Γενικότερα οι ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις από την δεκαετία του 1950 και μπρος άρχισαν να ξεφεύγουν από την "ενδοψυχική" εστίαση που είχε εισαγάγει η φρουδική σκέψη (τι συνέβη στην βρεφική-παιδική ηλικία, ασυνείδητο κλπ) και να εξετάζουν το άτομο ως μέλος ενός μεγαλύτερου συνόλου. Η εστίαση δηλαδή στις -σχεδόν αποκλειστικά- εσωτερικές νοητικές διαδικασίες, άρχισε να μεταφέρεται και στο διαπροσωπικό επίπεδο, εξετάζοντας επίσης πώς τα άτομα αλληλεπιδρούν και διαμορφώνονται από την επαφή με το περιβάλλον τους.
Αυτή η νέα ματιά επηρεάστηκε μεταξύ άλλων και από θεωρίες της μηχανικής, της βιολογίας. της φυσιολογίας, της επικοινωνίας και της κοινωνιολογίας που εξετάζουν το πως αλληλεπιδρούν τα μέρη ενός συνόλου. Η Γενική Θεωρία Συστημάτων και η Κυβερνητική και άλλες θεωρίες από τις θετικές επιστήμες, για το πώς τα συστήματα διατηρούν την ισορροπία τους και πως αλληπεπιδρούν ως σύνολο επηρέασαν την ψυχολογική σκέψη και διαμόρφωσαν την συστημική προσέγγιση. Στη συστημική ψυχοθεραπεία λοιπόν το άτομο δεν αντιμετωπίζεται ως απομονωμένο ον, αλλά ως μέρος διαφόρων συστημάτων που αλληλοεπηρεάζονται: οικογένεια, σχέσεις, κοινωνία. Η δυσλειτουργία όπως και η θεραπεία μπορεί να αφορά σε εσωτερικές προσωπικές συνθήκες αλλά και σε διαπροσωπικές αλληλεπιδράσεις.
Όπως το θέτει πολύ εύστοχα ο κ. Γιώργος Καλαρρύτης, "οι άνθρωποι συνδιαμορφωνόμαστε στις σχέσεις μας. Είμαστε γεμάτοι από άλλους ανθρώπους και τις σχέσεις μας μαζί τους. Από τη στιγμή που θα υπάρξουμε, στην αρχή νοητικά και συμβολικά μέσα στους γονείς μας και σε όσους μας περιμένουν και στη συνέχεια με τη γέννηση μας και το μεγάλωμα μας είμαστε σε μια συνεχή αλληλο-διαμόρφωση με τους άλλους. Ως όντα της ομάδας (οι περισσότεροι) αυτό είναι εξαιρετικά σημαντικό για την επιβίωση και τη λειτουργικότητά μας".
Στη συστημική ψυχοθεραπεία λοιπόν το άτομο δεν αντιμετωπίζεται αποκομμένα και μεμονωμένα, αλλά ως μέρος κάθε φορά διαφόρων συστημάτων που δημιουργεί και υπάρχει μέσα τους.